Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

ΕΠΙΚΛΗΣΗ


 

Εδάφια φωνή σπαράζεται  καθώς, ο Ασκητής
Στη μυθική αχλύ της οδύνης επικαλείται τους ορίζοντες του" Όλου" στον Όρθρο
Με την άφθαρτη αριθμητική της αποξένωσης, όπως απελευθερώνει
Τους αιχμάλωτους αντίλαλους της χαραυγής με τα διανυχτερεύοντα συμβάντα.
Η λειασμένη ματιά της πέτρας εδώ, μάχεται με τους παραχαράκτες χρόνους,
Εξορίζοντάς τους στ’ άδυτα της μνήμης όταν από το έρημο μονοπάτι
Το επουράνιο εκπορεύεται  με τις επευφημίες του φωτός.
Ο απαστράπτων οδυρμός του τοπίου, την αγυρτεία και την κραιπάλη του είναι
Αποκαθηλώνει  καθώς ο χρονοσυλλέκτης εαυτός μου με τον ονειρόσακό του,
Γίνεται αναχωρητής από την εγκόσμια απραξία του, στου μοναχισμού την οδύσσεια.
Στην περιδίνηση του βλέμματός μου και στο ρίγος των αέρηδων
Στον κόκκινο βράχο, το αεροβάφτισμα της ψυχής συντελείται
Τόσο, που το σώμα στροβιλίζεται στα ύψη της αυτογνωσίας του.
“Με τις ευχές μου” μου είπε, “εσένα επέλεξα από τους αιρετικούς  προσκυνητές
Για να πάρεις την Επίκληση προς τον Θεό,
Και θα πορευθείς εν ειρήνη, πρόσεχε όμως γιατί πρέπει να την  απομνημονεύσεις
Με τα αρχικά των λέξεων, και τα μάτια σου κλειστά και γονυπετής όταν την αρθρώνεις,
Επειδή αν στρέψει το βλέμμα του προς εσέ ο Θεός θα γενείς καιόμενη βάτος ή θα τυφλωθείς".
Με κοίταξε διαπεραστικά και σ’ ένα θαύμα της εσώτερης μετάβασης
Ο Λόγος του ωσάν ανάκουστη ψαλμωδία με διαπέρασε:
 « Θ Κ Β Κ Α Κ Χ Κ Μ Π Ο Τ Κ Κ Ρ Σ Β Τ Θ Μ Τ Φ Τ Α Τ Α »
“Και να θυμάσαι ότι ποτέ δε θα τη γράψεις σε χαρτί, και  
Να νηστεύεις τρεις μέρες πριν την παράκλησή σου, και
Να είσαι πλυμένος με καθαρά ρούχα και με το θυμίαμα πάντα να ξορκίζεις τα κακά
Πνεύματα, και ποτέ να μη δεχτείς πληρωμή από συνάνθρωπό σου και να βοηθάς
Όποιον σου το ζητήσει με ταπεινότητα κι ούτε ποτέ θα την Ερμηνεύσεις”.
Πριν ακουστεί το τελευταίο φωνήεν από την ομιλία του ο Ασκητής
Είχε εξαφανιστεί από μπροστά μου ενώ, η γης ευωδίαζε από  ουράνια κρίνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: