Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

ΑΘΕΛΑ ΣΟΥ

H κάθε λέξη ακροβατεί
μεταξύ κωμωδίας και τραγωδίας.
Άθελά σου μπορεί να σε εμπλέξει
σε μια χρονική ασημαντότητα,
όπως και,περιχαρακωμένο 
κι ευανάγνωστο θαρρείς,
να σε οδηγήσει σε θνησιγενείς αποκλίσεις
εκκωφαντικών επαναλήψεων
λόγου και πράξεων

Πίνακας του Παντελή Σαμπαλιώτη

ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Όταν θα μπορέσεις ν' ακούσεις
τα ηχοχρώματα στα βλέμματα των ανθρώπων,
τότε θα πρέπει να βγάλεις φτερά
και να πετάξεις από τον κόσμο ετούτο
ή να βυθιστείς στον ίλιγγό του,
εκτός και μέχρι τότε έχεις αποκτήσει τη σοφία
εκείνη, ώστε να τον διαβιείς αλώβητος
από τις εντροπίες του και καθάριος.
Και μετά,ωσάν εκκρεμές του χρόνου,
παλλόμενος, να μη θέλεις να ζήσεις
εντός του, αλλά ούτε κι εκτός του.
 Γιάννης Τσαρούχης -Προμετωπίδα για την ποιητική συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη Ο ήλιος ο πρώτος, 1963

Σάββατο 2 Απριλίου 2016

ΑΡΑΓΕ

Άραγε είναι ποίηση οι διάλογοι στο θέατρο,
οι αντενδείξεις σε σκευάσματα κι απορρυπαντικά;
Οι ονειρώξεις ενός βέβηλου καιρού;
Η αυτοκάθαρση με λέξεις χάνζαπλαστ;
Η υποθηκευμένη πράξη της αυτενέργειας;
Το αδυσώπητο της αυτογνωσίας;
Η ματαίωση που τρικυμίζει στο ατρύγητο της ήβης
ή οι αβίωτοι χρόνοι, όμως λε-λογισμένοι
με την τεχνική του cut up και της "επανάληψης"
;
Στάμος Θεόδωρος ''Ατέρμονο Πεδίο'' Σειρά Λευκάδα 1980

ΕΡΜΑ ΤΟ ΣΩΜΑ

Έρμα το σώμα είναι στον ταξιδευτή,
μα η ψυχή του το πλεούμενο
κι αναζητά στην ομίχλη τη μοίρα γη του.
Ελλιμενίζει τ' όνειρό του στην καρδιά,
χαράζει πλεύση άμαθος σ' ωκεανό,
ο δρόμος βρίσκεται εντός του.
Πέλαγος τ' άστρα, τόποι και σηματωροί,
ακροβατεί στα επουράνια
κι αποζητά την αρμύρα στη μοίρα γη του.
Τέτσης Παναγιώτης-Βάρκα, 1977 – 1978

ΤΟ ΝΥΧΤΟΔΡΟΜΙ

Το νυχτοδρόμι είναι τόπος ιερός,
που έχει δύσβατο ο άβατος καιρός
κι από ψυχής ράγισμα θα το μάθεις
ή σε σειρήνας να το ψάξεις την ηχώ
να σου χαρίσει τον ανάκουστο χρησμό
που όσο ζεις δε θα ξεχάσεις.
Είναι γιοφύρι στου ανέμου την πνοή
και έχει πέρασμα στης πέτρας τη βοή
τ' αηδονιού κοίταγμα αν θα το 'βρεις,
του ποταμού νεραϊδένιο μυστικό
για να σου δώσει έναν άχραντο ρυθμό
με άδακρυ πόνο της Νιόβης.
Καντίνσκι, "Σύνθεση 4", 1911

ΠΑΝΔΩΡΑ ΜΟΥ ΩΡΑ

Ευσπλαχνίζεται το φως την πόλη,
θεριεύουν αλλόφρονες στην άσφαλτο οι μέρες,
ο νόστος των εξορισμένων δυσεύρετος,
θα στοιχηθούμε σε πικρά χρόνια.
Πανδώρα μου ώρα,
μάθαμε κι εμείς να σηκώνουμε κρυφίως τα τείχη μας,
μας έντυσαν με βράδιασμα οι δρόμοι,
κρυφές ρωγμές μες στα βλέμματά μας στοιχειώνουν.
Σαν σταρ του σινεμά η Πολυξένη,
στέκει στο μπαρ και μας κοιτά σαν ξένη.
Ξένοι όλοι μας, στην ίδια πόλη ξένοι.
 ξυλογραφία σε πλάγιο ξύλο, το "Άσμα Ασμάτων", του χαράκτη Τάσου.