Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟΙΧΟΙ


Τοίχοι
Γιάννης Δεληολάνης
 

                                            Δεν ξέρω αν το ζεις, είπε ο φίλος μου ο Μ.

 
Δεν ξέρω τι έπρεπε – μια ζωή γκρεμούσα τοίχους,
Έσπασα τον τοίχο των μικρών για να γίνω μεγάλος
Έσπασα τον τοίχο των μεγάλων γιατί ήταν μικρός.
Έσπασα τον τοίχο όσων δεν άντεχαν για να αντέχω
Έσπασα κι εκείνον την αγάπης για να την αισθανθώ.
Έσπασα τον τοίχο του κόσμου η μεγαλύτερη ζωή ν’ αναβλύσει
Έσπασα ταυτόχρονα τον τοίχο του θανάτου.
Γκρέμισα όλες τις εκκλησίες για να βρω τον Θεό.
Έσπασα τον τοίχο της σκέψης- όλα έγιναν απλά.
Έσπασα τον τοίχο του μυαλού μου -  θρυμματίστηκε σαν γυαλί.
Έσπασα τον τοίχο των αισθημάτων με γροθιές. Αυτό πόνεσε πολύ – έτρεχε απ’ τα χέρια μου ποτάμι το νερό.
Έσπασα τον τοίχο του εαυτού μου –έγινε μια πυραμίδα σκόνη πέρα από το κενό.
Έσπασα τον τοίχο του νου κι άνοιξε ο ορίζοντας.
Έσπασα τον τοίχο του ορίζοντα- μα λύγισε, αιθέρια πλαστελίνη των αγγέλων το παιχνίδι.
Είδα τον τοίχο από φως να πάλλεται μπροστά μου.
Τον χτύπησα με το χέρι – το χέρι πέρασε από μέσα.
Τον κλώτσησα – το πόδι πέρασε από μέσα.
Όρμησα με ό,τι μου χε μείνει – και πέρασα από μέσα.

 
Ούτε τι βρήκα, ούτε για μένα ξανάκουσε κανείς.
Αλλά οι τοίχοι είχαν τελειώσει.

ΦΩΝΕΣ


 

με μια ψυχή αδιάβατη
και δυο ζωές χαράτσι
είπα να στήσω μια γιορτή
και με το ναι και το αντί
ίσως αυγή να κάτσει

να φτερουγίζω σαν πουλί
δίχως φτερά, ταξίδια
αναστενάρης που νογά
και το νωρίς και το αργά
στων πόθων τα στασίδια

καθώς σπαθίζω πέλαγα
με μια δεμένη βάρκα
και στ’ ουρανού την οροφή
να ψάχνω κι άλλη αφορμή
για της καρδιάς τα μπάρκα

μονάχος  στήνω ξόβεργες
στην άχαρη μου νύχτα
κι ας με κρατά σε ξένη γη
κι αυτό το ναι που με αργεί
πριν πω στη μοίρα ρίχτα

τα ζάρια της τα κάλπικα
η ψεύτρα κι η αγία
γιατί το ξέρει πως μπορώ
σα ρούχο μου κι αν τη φορώ
ν' αλλάζω και πορεία

με λέξεις λόγια άμετρα
χρόνια την κυνηγούσα
για μια ματιά της από φως
μ’ αυτή μου έδειχνε το πως
την πίκρα να τρυγούσα

με κούρασαν τ΄ανέξοδα
λόγια  ανδρών μεγάλων
που πριν λαλήσει πετεινός
ο λόγος τους ο κοινωνός
μιλά με στόμα άλλων

φωνές πελάγου αύτανδρες
φωνούλες σκλαβωμένων
φωνές με φθόγγους της βροχής
φωνούλες μαύρης εποχής
φωνές απωλεσθέντων.

Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

ΘΑ ΜΕ ΒΡΕΙΣ


ΘΑ ΜΕ ΒΡΕΙΣ
(ακυκλοφόρητο)
Μουσική Αλέξανδρος Καψοκαβάδης
Αφιερωμένο!...

Θα με βρεις σ’ ένα φύλλο χαρτί
Μια σελίδα που εσύ θα διαβάσεις
Σαν θεός να μου δώσεις πνοή
Σε κρυμμένη στιγμή
Με φωτιά και πηλό να με πλάσεις.

Πριν φανείς ήμουν δάκρυ βροχής
Μια σκιά σε σπασμένο καθρέφτη
Να φορώ του καιρού χαρακιές
Της ομίχλης μορφές
Να σε νιώθω και να περιμένω
 
Θα με βρεις σ’ ένα άδειο χαρτί
Μια σελίδα που εσύ θα γεμίσεις
Ταπεινή να μου στήσεις γιορτή
Σε δικιά μας στιγμή
Στ’ όνειρό μου να με αναστήσεις.

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

INTO THE NIGHT


24 of 27th

 

                               για τον Π, στα γενέθλιά του

 

 
woke up to the earnest clock
to another day's half solid block
-but this day specially honoured

belongs to a man
who lived as possibly afar
and in the right night
invoked death and the Star, as well his sight
-with all his tattered might

i remember him in supernovas.

I tread carefully though on making rhymes
for the living and the dead
I am weary of my times
who made these two into one:
revealing the truth
of death and youth
to one
another
- one, both mine

inclined, or forced
i write of things unseen
when i open my mouth
they will come out
call it a calling or bare it a burden
-it's what i do for what it's worth:
i wait no heaven
the sun leads me the night lulls me
continuously to places unknown:
i thank them both and look away
connecting them at dusk and dawn
eyes closed - yet wide open
to what comes and goes where shadows sway

 never go astray
from the straight and narrow
-the devil made an offer:
i turned it down somehow

and now?

again like an arrow
splendidly aimed
towards the invisible mark
perfectly aware
of its ark
hoping speeding
-just to get there
well before the all encompassing dark
 
Γιάννης Δεληολάνης
Από την συλλογή Into the Night
Xlibrispublishing.co.uk

Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013

ΣΑΝ ΑΓΡΙΜΙ STUDIOSTIGMA


ΣΑΝ ΑΓΡΙΜΙ
Μουσική: Χρήστος Κακουριώτης
STUDIOSTIGMA

     
 

Με της καρδιάς μου τη φωνή
Τα βράδια σου μιλάω
Κι η μοναξιά μου σε υμνεί
Με μια προδότρα προσμονή
Που χρόνια τη φοράω

Φέγγει στο τζάμι η σιωπή
Και τ’ όνομά σου λέει
Βρήκε κι αυτή την αφορμή
Να με κτυπήσει με ορμή
Και να ρωτά ποιος φταίει

 Μ’ ένα τσιγάρο ξενυχτώ
Στις στάχτες ψάχνω σπίθα
Και σαν αγρίμι αλυχτώ
Που δεν μπορώ να ξανοιχτώ
Στο φως και στην αλήθεια”

Είναι τα μάτια σου σπαθιά
Που σχίζουν τον αέρα
Κι όσο με ρίχνεις στα βαθιά
Κάνω τις σκέψεις μου παιδιά
Και με τραβούν στη μέρα

Ποιο λόγο έχω για να ζω
Πες το μου να το μάθω
Χωρίς εσένα θα χαθώ
Εγώ τις νύχτες ξενυχτώ
 
Και τ’ όνειρο θα χάσω
 
 

ΠΟΙΟΣ ΕΑΥΤΟΣ ΜΟΥ


 
μουσική: Δημήτρης Βαρελόπουλος
ερμηνεία: Χρήστος Θηβαίος
"Ματ σε 2 υφέσεις"

Ποιος εαυτός μου χρόνια μ’ οδηγεί
Κι αντίθετα στο ρεύμα με πηγαίνει
Με νεύμα στην καρδιά ή προσταγή
Με πλάθει σαν παιδί και με μαθαίνει

Το χρέος κάποιας άλλης μου ζωής
Εγώ από την κούνια μου πληρώνω
Τη νιώθω με τα λόγια της βροχής
Σαν θύελλα στους ώμους μου σηκώνω

Ποιος εαυτός μάκραινε στο φως
Και πίστεψε τα λόγια αυτού του κόσμου
Τους φίλους που δεν έβλεπε κι αλλιώς
Και ζούσε στους απόηχους του δρόμου

ΣΑΝ ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ



 

 
Μουσική ερμηνεία: Θωμάς  Σιώμος

Βγαίνει τα βράδια ο καιρός
Κλέβει το φως και μόνος πάει
Σαν ακροβάτης φτερωτός
Σ’ άδειες ακτές αργά κυλάει

Βγάζει καράβια στη στεριά
Με τη σκουριά περνά αλήθειες
Στο τέρμα της διαδρομής
Σε στάχτες σου γελά με σπίθες

Της λησμονιάς τα υλικά
είναι άνθη γυρτά σε αυθαίρετα χρόνια
κι είναι απ’ όλα τα πιο ταπεινά
σαν στολίδια φτηνά
σκουριασμένα κλειδιά
εκδρομή με κουπόνια

Τις Κυριακές με προσπερνά
Σαν μετανάστης σε βιτρίνες
Δίχως πατρίδα και χαρτιά
Τη μοναξιά μετρά με μήνες

Πόσο μ’ αρέσει να κοιτώ
Το πρόσωπό του στον καθρέφτη
Εγώ να τον παρεξηγώ
Και ’κείνος να με λέει κλέφτη.

Φωταγωγεί την ερημιά
Της ψυχής τη σκουριά και σπαράζει φεγγάρια
Κι όσα ξέρει τα λέει αλλιώς
Κάνει στάμπα στο φως με δυο κάλπικα ζάρια.

Στις διαβάσεις ξενυχτά
Βήμα του έρωτα προσμένει
Με το χαμόγελο ληστή
Σ’ αθώα μάτια παραδέρνει.

Μετεωρίζει τα κορμιά
Και μοιράζει σπαθιά σε μοιραίων τους βίους
Κι όλα γύρω φαντάζουν σωρός
Του θανάτου χορός κι ιστορίες γι’ αγρίους.

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2013

Η ΣΥΜΒΑΣΗ

Εγώ σαν έλεγες εγώ
τον κόσμο αυτόν θ’ αλλάξω
και ψήλωνες σαν το θεριό
κι η πόρτα σε προσκυνούσε
και ο καθρέφτης θάμπωνε
από την τόση ομορφάδα

Κάπου στου δρόμου τα μισά
τα πέλματά σου κάρφωσαν στης γης
το μαύρο φόντο, κι είδες

Με της ψυχής τα μάτια
το φάσμα σου ωσάν δεντρί που λύγισε
στη σκόνη του αγέρα, και στα αόρατα
συρματοπλέγματα των τυράννων σου

 –δυνάστες των λαών, εγνωσμένης αταξίας –

Γράφεις λέξεις στης οθόνης  το παραπέτασμα
και στιχάκια στους τοίχους που σε κύκλωσαν
που τείχη έγιναν μα δεν τα θωρείς

Και στην κάθε μέρα μια γραμμή τραβάς
που επάνω της χαράζεις, το ίδιο μέτρημα
μ' κείνο του κατάδικου

Που θανάτωσε τη μοίρα του
πριν της ζητήσει το λόγο

Και αποφθέγματα να τρων κι οι όρνιθες
και τα πετεινάρια της πλάσης όλης
με τραγουδάκια κυκλοθυμικά

Αντίλαλοι της νύχτας, και με ποιήματα
εσωστρεφή, σεσημασμένης ενδοψίας
να προσφωνούν τα πάθη και των
ταξιδευτών την οδύσσεια σε νυχτερινά
ωράρια στης λησμονιάς την πλώρη  

Το μπόι σου για δες σε ξέχασε
καθώς η σκιά σου γιγάντωσε
και στα κλωνάρια της καρδιάς
πουλί πια δεν κελαηδάει

Και πέσαν τα φτερά σου
όπως φτερουγούν στα χώματα,
κι άμαθη σηκώνουν λύπηση
με την αμαρτύρητη την καταχνιά
στους ώμους σου φορτίο

Ποια λύτρωση εγκόσμια, δρόμο,
θα βρεις να δραπετεύσεις
που στα κατάβαθα του νου
νόηση δεν υπάρχει

Όταν ο Χρόνος σε περιγελά
και της αθανασίας η σύμβαση
μόνο στα όρη σε βουνά και
σε πελάγη αναγράφεται

Μα σαν το θέλεις πάλι την καλημέρα σου
να λες σ’ αυτόν τον ψεύτη κόσμο
μπας κι ο Θεός σε λυπηθεί και  σε κάνει
να ξεκαρδιστείς στα γέλια

Αφού σου τάξει τον παράδεισο
πριν το ατελεύτητο ταξίδι το “Μεγάλο”
όταν της ζωής το ταξίδι κάποτε θα τελειώσει.

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2013

ΤΑ ΚΕΡΔΗ ΜΟΥ

αποζητώ το θρόισμα της πρώτης μου αμαρτίας
διττό με ανθοφόρισε, και μ' έστεψε θνητό
κι όσο τρυγούσα νόημα με χνώτα απληστίας
στητό το σώμα τσάκιζα σε θραύσμα νοητό
το προσμετρώ το άυλο, τραύμα της αυταπάτης
πολλές φορές με ζόρισε σε άφωτες στιγμές
με της ψυχής το ράγισμα θα γίνω μεταπράτης
σε κείνο που με ρίγησε σε στείρες Κυριακές
να ξεπουλώ στα σύννεφα τις μέρες, λογοκόπους
τα κέρδη μου τ' απόκοσμα ν' ανθίζουν τις ρωγμές
με του χρησμού τ' ασύνδετα να δείχνω στους ανθρώπους
όσα με καταξόδευσαν, σε άπορες στεριές