Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΠΕΣΣΟΑ και ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΑΡΑΝΙΤΣΗΣ


Βιβλίο της ανησυχίας(Αστρολάβος Ευθύνη)

Στην σύγχρονη ζωή ο κόσμος ανήκει αποκλειστικά στους ηλίθιους, στους αναίσθητους και στους παράφρονες. Το Δικαίωμα να ζούμε και να θριαμβεύουμε κατακτάται σήμερα με τις ίδιες προϋποθέσεις, που ήταν απαραίτητες για να κλειστεί κάποιος σε ένα φρενοκομείο: την ανικανότητα να σκέφτεται, την ανηθικότητα και την υπερδιέγερση...Βρισκόμαστε λοιπόν καθένας παραδομένος στον εαυτό του μέσα στην ερημιά της αίσθησης ότι ζούμε… Όμως οι άλλοι –το γένος του Τέλους, πνευματικό σύνορο της ώρας του θανάτου– δεν έχουν το θάρρος της άρνησης...δεν βρίσκουν καταφύγιο στον εαυτό τους. Ζουν μέσα στην άρνηση, μέσα στην άγνοια, μέσα στην απογοήτευση. Ζούμε, λοιπόν, τη ζωή κλεισμένοι στον εαυτό μας… φυλακισμένοι παντοτινά… μέσα στους τέσσερεις τοίχους ενός δωματίου, μέσα στα τέσσερα τείχη της ακούσιας απραξίας...ο ποιητής, όπως κάθε μυημένος σε ένα απόκρυφο τάγμα, είναι σκλάβος –αν και ηθελημένος –ενός βαθμού και ενός τυπικού.  

Μ Κ

Κάθε ποίημα είναι κι ένα χρονικό της ενσυνείδησης - η προοπτική του εννοηματικού κόσμου που απελευθερώνεται δημιουργικά και κατακλύζει το άτομο μέσα στο συμπαντικό γίγνεσθαι - όπου το μεγεθύνει, το ανθοφορεί και το αναγάγει σε στοχαστικό πεδίο αναδημιουργίας - συνδημιουργίας. Ο αναγνώστης, το ερμηνεύει - κατακτώντας το - ή το προσπερνά αδιάφορα, ανάλογα με την αποκάλυψη - φωταγώγηση - μιας συνιστώσας ή πολλών εντός του, αναζητώντας την καθαρτήρια μετεξέλιξη στο "υπάρχειν". Ακόμα και στους τέσσερις τοίχους του δωματίου μια αχτίδα φωτός που απρόσκλητα το φωτίζει, μπορεί να δώσει το έναυσμα της στοχαστικής ανύψωσης και της λυτρωτικής διαλεκτικής με την υπαρξικότητα. Οι λέξεις συναντούν τα ηχοχρώματα μες στην αέναη κίνηση τού "(Συν) Είναι" ως συνοδοιπόροι, και ωσάν γενεσιουργές υποθήκες, γίνονται συμμέτοχες στις θραύσεις και στα θραύσματά του, όπως συνεπάγονται μαζί του - συνομολογώντας το Χρόνο άχρονο.

ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΑΡΑΝΙΤΣΗΣ
ΣΕ ΠΟΙΟΝ ΑΝΗΚΕΙ Η ΚΕΡΚΥΡΑ(ΝΕΦΕΛΗ)

Μήπως ο Πόουπ δεν επέμενε ότι, στην ποίηση, «ο ήχος πρέπει να μοιάζει σαν ηχώ του νοήματος»; Με την σειρά του με συνδράμει ο Γιάκομπσον που υποπτεύθηκε ότι η ποίηση, η ποιητική λειτουργία είναι ακριβώς η απόπειρα του γλωσσικού γεγονότος να υπονομεύσει την αυθαίρετη σχέση ήχου και νοήματος, εν ολίγοις, θα λέγαμε, να πιέσει την κίνηση της γλώσσας απ’ τη συμβολική λειτουργία πίσω στη δεικτική-μαγική πρόθεση, ώστε η δόνηση του ήχου, καθ’ εαυτήν, να αναβαθμιστεί από σύμβολο σε συμμέτοχο της εμπειρίας. Ο ήχος δεν είναι μόνον τύπος του πράγματος, είναι μέρος των πραγμάτων, είναι η ψυχή του ονομάζειν ως ρηματικός πόθος γα το αντικείμενο.


Μ Κ
ΦΩΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

Σμύρνα ζύμωσα χρυσό και κρίνα
Για μια χίμαιρα
Μίσθωσα τους δρόμους με το μήνα
Στα εφήμερα

Στων ανέμων είδα τα παλάτια
Φως αντίγραφο
Μου ‘διναν (έπαιρνα) τους πόθους με τα μάτια
Τελεσίγραφο

Νύχτα άμυαλη με το τσακμάκι
Σε πυρπόλησα
Νόστος μ’ έπιασε στην Κατεχάκη
Κι αυτομόλησα

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραίο το μικρό τελικό ποίημα, με απλότητα κατάθεσης ψυχής.
Δεν μπόρεσα να βρω το ποίημα που μου υπέδειξες, θα το αναζητήσω και στο παλιό μπλογκ.
το μηχάνημα από κάτω ζητά να αποδείξω ότι δεν είμαι ρομπότ γράφοντας λέξεις στριμμένες. Παράξενο - πάντα πίστευα ότι μια στάλα αίμα αρκούσε.

όλα τα καλύτερα,

Γιάννης Δεληολάνης