Κάθε ποίημα είναι κι ένα χρονικό της ενσυνείδησης - η προοπτική τού εννοηματικού κόσμου που απελευθερώνεται δημιουργικά και κατακλύζει το άτομο μέσα στο συμπαντικό γίγνεσθαι - όπου το μεγεθύνει, το ανθοφορεί και το αναγάγει σε στοχαστικό πεδίο αναδημιουργίας - συνδημιουργίας. Ο αναγνώστης, το ερμηνεύει - κατακτώντας το - ή το προσπερνά αδιάφορα, ανάλογα με την αποκάλυψη - φωταγώγηση - μιας συνιστώσας ή πολλών εντός του, αποζητώντας την καθαρτήρια μετεξέλιξη στο "υπάρχειν". Ακόμα και στους τέσσερις τοίχους του δωματίου μια αχτίδα φωτός που απρόσκλητα το φωτίζει, μπορεί να δώσει το έναυσμα της στοχαστικής ανύψωσης και της λυτρωτικής διαλεκτικής με την υπαρξικότητα. Οι λέξεις συναντούν τα ηχοχρώματα μες στην αέναη κίνηση τού "(Συν) Είναι" ως συνοδοιπόροι και, ωσάν γενεσιουργές υποθήκες, γίνονται συμμέτοχες στις θραύσεις και στα θραύσματά του, όπως συνεπάγονται μαζί του - συνομολογώντας το Χρόνο άχρονο.