Βγαίνει τα βράδια ο καιρός
Κλέβει το φως και μόνος πάειΣαν ακροβάτης φτερωτός
Σ’ άδειες ακτές αργά κυλάει
Βγάζει καράβια στη στεριά
Με τη σκουριά περνά αλήθειεςΣτο τέρμα της διαδρομής
Σε στάχτες σου γελά με σπίθες
Της λησμονιάς τα υλικά
είναι άνθη γυρτά σε αυθαίρετα χρόνιακι είναι απ’ όλα τα πιο ταπεινά
σαν στολίδια φτηνά
σκουριασμένα κλειδιά
εκδρομή με κουπόνια
Τις Κυριακές με προσπερνά
Σαν μετανάστης σε βιτρίνεςΔίχως πατρίδα και χαρτιά
Τη μοναξιά μετρά με μήνες
Πόσο μ’ αρέσει να κοιτώ
Το πρόσωπό του στον καθρέφτηΕγώ να τον παρεξηγώ
Και ’κείνος να με λέει κλέφτη.
Φωταγωγεί την ερημιά
Της ψυχής τη σκουριά και σπαράζει φεγγάριαΚι όσα ξέρει τα λέει αλλιώς
Κάνει στάμπα στο φως με δυο κάλπικα ζάρια.
Στις διαβάσεις ξενυχτά
Βήμα του έρωτα προσμένειΜε το χαμόγελο ληστή
Σ’ αθώα μάτια παραδέρνει.
Μετεωρίζει τα κορμιά
Και μοιράζει σπαθιά σε μοιραίων τους βίουςΚι όλα γύρω φαντάζουν σωρός
Του θανάτου χορός κι ιστορίες γι’ αγρίους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου